Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2013

Η γιορτή του eyelands



                                     το  EYELANDS έχει γενέθλια!

3ος ΔΙΕΘΝΗΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ - απονομή διακρίσεων
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΔΙΗΓΗΜΑΤΩΝ: Ιστορίες του Ονείρου & της Φυγής
και του Ημερολόγιου : Έρως - Κρίσις
στο Polis Art Café, Πεσμαζόγλου 5, Στοά του Βιβλίου, Αίθριο
Σάββατο 23 Νοεμβρίου, 6 το απόγευμα


Η ιστοσελίδα EYELANDS γιορτάζει τα γενέθλια για τα τρία της χρόνια και σας προσκαλεί στην εκδήλωση της απονομής των βραβείων και των διακρίσεων του
ΤΡΙΤΟΥ ΔΙΕΘΝΗ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ  &  την παρουσίαση της  ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΔΙΗΓΗΜΑΤΩΝ: Ιστορίες του Ονείρου και της Φυγής
Ακόμη, θα γίνει η παρουσίαση του Ημερολόγιου  ΕΡΩΣ-ΚΡΙΣΙΣ
που περιέχει τα ποιήματα που δικαρίθηκαν στον 2ο ποιητικό διαγωνισμό του eyelands
-
Το eyelands είναι μια ιστοσελιδα με ιδιαίτερη αγάπη στη λογοτεχνία και έχει διοργανώσει εδώ και τρία χρόνια πολλούς διαγωνισμούς για όλα σχεδόν τα είδη του γραπτού λόγου (διηγήματος, ποίησης, κειμένου, σύντομου διηγήματος, σεναρίου).
Η πιο σημαντική μας προσπάθεια πάντως παραμένει ο Διεθνής Διαγωνισμός Διηγήματος. Αποτέλεσμα του διαγωνισμού αυτού είναι η
Συλλογή Διηγημάτων: Ιστορίες του Ονείρου και της Φυγής
(αυτές ήταν οι θεματικές του εφετινού διαγωνισμού: Όνειρο και Φυγή)

Στη συλλογή αυτή συμμετέχουν όλοι οι συγγραφείς της Μικρής Λίστας του διαγωνισμού, 24 συνολικά, με διηγήματα που δημοσιεύονται για πρώτη φορά.

Στην εκδήλωση θα μιλήσουν
      -     Η συγγραφέας Βικτώρια Μακρή, νικήτρια του περυσινού δεύτερου διαγωνισμού διηγήματος (ελληνικό τμήμα) του eyelands
-          Η συγγραφέας και καθηγήτρια δημιουργικής γραφής, Μαρία Ψωμά-Πετρίδου, υπεύθυνη για την ιστοσελίδα στη Βόρεια Ελλάδα
-          Η κριτικός τέχνης και ποιήτρια, συνεργάτης του eyelands, Καίτη Στεφανάκη
-          Η ποιήτρια, μπλόγκερ και συνεργάτης του eyelands, Γεωργία Ανδρουλιδάκη
και ο Γρηγόρης Παπαδογιάννης, διαχειριστής της ιστοσελίδας www.eyelands.gr

Παράλληλα με την παρουσίαση της συλλογής θα γίνει και η απονομή των βραβείων και των διακρίσεων στους συγγραφείς, παρόλο που σύμφωνα με το «πνεύμα» που επικρατεί στο eyelands, είναι όλοι ισάξιοι «νικητές».
Το eyelands γιορτάζει, βραβεύει, παρουσιάζει τη συλλογή του και σας προσκαλεί!
Ελπίζουμε να σας δούμε εκεί:
POLIS ART CAFE, ΠΕΣΜΑΖΟΓΛΟΥ 5 ΑΙΘΡΙΟ ΣΤΟΑΣ ΒΙΒΛΙΟΥ, ΑΘΗΝΑ, 
τηλέφωνο: 210 3249588.
Σάββατο 23 Νοεμβρίου, 6 το απόγευμα



Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2013

Τα αποτελέσματα του δεύτερου ποιητικού διαγωνισμού!

Eyelands – 2ος ποιητικός Διαγωνισμός - 2013

alt
*
Τα ποιήματα που διακρίθηκαν στον δεύτερο ποιητικό διαγωνισμό του eyelands με θέμα: «Έρωτας στα χρόνια της κρίσης», είναι:


1. "Τα ταξίδια που λέγαμε", της Ευαγγελίας Τσιγάρα
2. "Η Λέσχη των Απολαύσεων" του
Κ. Πολυδούρη
3. "Έρως" της Μαρίνας Παπουτσοπούλου
4.  "Αθέατος Μονομάχος" της
Μαρίας Κολοβού-Ρουμελιώτη 5.  "Απόπειρα Προσαρμογής" της Γεωργίας Κολοβελώνη 6."Άγνωστη χώρα-2" του Νίκου Σουβατζή
7. ¨"Φως στο σκοτάδι" της Μαρίας Λάτσαρη
8. "Χαραμάδα" της Ελένης Λαμνάτου
9."Μη φοβάστε"
του Μαρίνου Κρίνου10.  "Κόντρα" της Σοφίας Γεωργαρίου
11. "Το ζευγάρι της κρίσης" της Έφης Αντωνίου
12.
"Έρωτας Λυτρωτής" του Οδυσσεα Νασιόπουλου

Όλα τα ποιήματα, μαζί με επιλεγμένα ποιήματα συνεργατών της ιστοσελίδας, θα βρίσκονται στην έκδοση:
Ποιητικό Ημερολόγιο του eyelands 2014 - Έρωτας στα χρόνια της κρίσης
που θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Iwrite

Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2013

Μικρή Λίστα και Επιλογή eyelands - Διεθνής Διαγωνισμός Διηγήματος 2013

altΗ ιστοσελίδα eyelands ανακοινώνει τα αποτελέσματα του 3ου Διεθνή Διαγωνισμού Διηγήματος για το 2013 με θέματα: Όνειρο και φυγή. 
 **

 ΒΡΑΒΕΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ
Πρώτο βραβείο:     Barney’s corner, της Γιούλης Αναστασοπούλου               
Δεύτερο βραβείο:  Τα γενέθλια της Μαρίας,της Αρχοντούλας Διαβάτη              
Τρίτο βραβείο:       Το παιχνίδι των τρένων, της Αργυρώς Μαργαρίτη                            
                                   και
                                   Νησιά, της Marija Nezirovic (Κροατία)                                  

Τιμητικές διακρίσεις (ισότιμες) σε:
                                   World Revolution 15 October 2011, του Hobgoblin           
                                        Αχιλλέας και Χελώνα, του Seth Libby (ΗΠΑ)               
                          Ένα παράδειγμα της διαπερατότητας ορισμένων συνόρων,  
                                    του Γιώργου Καραντάλη       

**


ΜΙΚΡΗ ΛΙΣΤΑ 3ου  ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ
(25 διηγήματα)
Barney’s corner της Γιούλης Αναστασοπούλου
Do nothing, της Jolita Kelias* , (Λιθουανία)
Λες να βγήκαν οι νεράιδες; της Λυδίας Δερέκη
Όλες έτσι νομίζουμε της Μαίρης Τσόγκα
Springtime in Greece  του Gordon Hall (Αγγλία)
Ένα παράδειγμα της διαπερατότητας ορισμένων συνόρων, του Γιώργου Καραντάλη
Achilles and Tortoise της Seth Libby (ΗΠΑ)
Ας μπορούσα για μια φορά του Δημήτρη Χατζηχαραλάμπους
A  dream come true - Mary Irvine (Αγγλία)
Ένας κόσμος που να βολεύει του Κώστα Παπαϊωάνου
I almost found it, Jen  της Helen Kampfner   (Ισπανία) 
Last flight with Flame, της Φανής Ραγκούση
Τα γενέθλια της Μαρίας  της Αρχοντούλας Διαβάτη
World Revolution 15 October 2011, της HoBgObLiN* (Αγγλία)
Ο μικρός και ο μεγάλος, του Ιγνάντιου Μηλιόρδου*
Ονειρεύτηκα πως ήμουν  θάλασσα, της Δέσποινας Χαραλαμπίδη
Miss Flint awakening, της Denise Bayes (Ισπανία)
Η σκάλα, της Μαρίας Θωμά (Κύπρος)
Παρ’ ολίγον ωραίο, της Βασιλικής Χριστοδουλιά
Σπασμένος Καθρέφτης, του Δημήτρη Σταυρογιάννη
Το παιχνίδι των τρένων, της Σάρας Γκιούλικα*
The dreamhouse, του NG F Clark (Αγγλία)
Islands, της Marija Nezirovic* (Κροατία)
Το κόκκινο φανάρι, του Άγγελου Ανδρέου
               
-
altΕΠΙΛΟΓΗ EYELANDS

(19 διηγήματα)
Ένα διήγημα,  της Ελίνας Τσιόπα*
Θα μπορούσε να είναι και χειρότερα, του Αντώνη Τσιρικούδη                      
Με δύναμη, του Ονούφριου Δοβλέτη
Φυγή, της Ελένης Χριστοφοράτου
Lucy,  του Γιώργου Κουβαρά
Η καρδιά μου εκεί πάνω στα ψηλώματα, της Ελισάβετ Ιακωβίδου
Το φτερούγισμα της πεταλούδας του Παναγιώτη Νικολάου
Η επανάσταση του σούπερ μάρκετ, της Μαρισόφης Μαρινάκη
Χωρίς επιστροφή, του Σταμάτη Μπεκιάρη
Ο αυλός του Π.,  του Εργκάντο *
Έτσι όπως μπερδευτήκαμε, της Ίριδας Φουστέρη
Η φυλή των ανθρώπων, του Μανόλη Βενιέρης
Οι γάμοι, της  Αγγελικής Στεφάνου *
Ο Υπερήρωας, του Χρήστου Καραντωνίου
Οδηγίες οδικής ασφάλειας, του Τάσου Μιχαηλίδη
Κύριε υπάρχω!, του Κλεμεντίνου* (Κύπρος)
Νεφέλη, της Αθανασίας Μουταφίδη
Βέρα Mushroom, του Γιώργου Γιώτσα
Πετώντας στα σύννεφα, του Γιώργου Μαρινάκη

- Τα διηγήματα δημοσιεύονται με σειρά συμμετοχής στο διαγωνισμό.
-
Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα διηγήματα της μικρής λίστας θα συμπεριληφθούν στην έκδοση της συλλογής διηγημάτων που θα κυκλοφορήσει το Νοέμβριο, ενώ τα διηγήματα της Επιλογής θα αναρτηθούν στο www.eyelands.gr

Τρίτη 17 Σεπτεμβρίου 2013

Όνειρα καλοκαιρινής νύχτας

alt Κάτι σαν χρονογράφημα στο τέλος του καλοκαιριού
-
Ονειρεύτηκα ότι οι άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους. Έτσι απλά, βγήκαν στους δρόμους. Δεν φώναζαν συνθήματα, δεν μιλούσαν καν. Ήταν όμως εκεί, εκατομμύρια άνθρωποι σαν εσένα, σαν κι εμένα. Δεν έφευγαν. Εκατομμύρια άνθρωποι στους δρόμους κι ο ήχος της σιωπής τους ήταν πιο δυνατός από την πιο δυνατή κραυγή.
Ήταν άνθρωποι με λευκά πανώ και λευκές σημαίες. Το λευκό δεν σήμαινε παραδίνομαι. Το λευκό σήμαινε: δεν σας αντέχω άλλο. Κι ήταν τόσοι πολλοί αυτοί οι άνθρωποι και τόσο δυνατή η κραυγή της σιωπής τους που σκόρπισε μακριά τις μαριονέτες που μας κυβερνούν.
Ονειρεύτηκα ότι ήρθε μια μεγάλη βροχή. Ήταν μια παράξενη βροχή γιατί πήγαινε όπου εκείνη ήθελε. Για μια φορά πλημμύρισαν μόνο τα ρετιρέ και κάτι τεράστιες βίλλες φτιαγμένες πάνω σε πληγές δάσους ή θάλασσας. Αυτές έγιναν κομματάκια. Μαζί μ’ όλα τα άχρηστα αυτή η μεγάλη βροχή παρέσυρε και ξέβρασε στη θάλασσα όλα τα παλιά κι όλα τα σάπια.
Ονειρεύτηκα πως φύσηξε αέρας δυνατός. Σήκωσε ψηλά στον ουρανό όλα τα σκουπίδια, και μαζί σήκωσε γλείφτες, εκμεταλλευτές, απατεώνες, παρουσιαστές ειδήσεων και μαυρογιαλούρους. Τους πήρε όλους και τους σήκωσε. Πώς έγινε και τους ξεχώρισε τους σκάρτους ο αέρας, δεν ξέρω. Έτσι γίνεται στα όνειρα όμως...
Ονειρεύτηκα ότι μάθαμε λέει με κάποιο τρόπο να αγαπάμε αυτό που βλέπουμε γύρω μας, να αγαπάμε τους άλλους, να αγαπάμε τον ίδιο τον εαυτό μας. Ό,τι νάναι βλέπει κανείς στα όνειρα...
Ονειρεύτηκα ότι κάποιος ήρθε και μας πήρε από το χέρι. Έτσι, σαν μικρά παιδιά. Ονειρεύτηκα ότι έδιωξε τους κακούς. Όχι όλους. Ποτέ δεν μπορείς να τους διώξεις όλους. Ονειρεύτηκα ότι άρχισε να μας μαθαίνει ξανά να ονειρευόμαστε...
Ύστερα το όνειρο άλλαξε και δεν υπήρχε κανείς. Δεν υπήρχε κανείς να μας βγάλει από κει, απ’ το σκοτάδι. Κι ήμασταν ακόμη μικρά παιδιά. Αλλά επειδή ήμασταν μικρά παιδιά δεν είχαμε πρόβλημα να πιαστούμε από το χέρι και να πάμε λίγο πιο κει. Και λίγο πιο κει. Και λίγο παραπέρα. Και μετά αρχίσαμε να βλέπουμε φως.
Ξύπνησα κουρασμένος.
Δύσκολη δουλειά να ονειρεύεσαι σε τέτοιες εποχές.

Γρηγόρης Παπαδογιάννης


ΑΝΑΡΤΗΘΗΚΕ ΣΤΟ EYELANDS ΤΟΝ ΑΥΓΟΥΣΤΟ ΤΟΥ 2013

Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2013

Καλά να είμαστε να τη θυμόμαστε

E-mail Εκτύπωση PDF
  ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ
altΉμουνα σίγουρη πως και εκείνη τη φορά θα ξεχνούσαμε, αλλά ήλπιζα πως δεν θα συμβεί. Μιλώ για τότε που οι δύο φοιτητές στη Λάρισα έχασαν τη ζωή τους και καταγράφηκαν στην ιστορία σαν παράπλευρες απώλειες μιας εξοντωτικής οικονομικής πολιτικής εξαιτίας της οικονομικής κρίσης. 
Από τη Δέσποινα Μουζουράκη


Δυστυχώς ο θάνατος των δύο νεαρών φοιτητών, δεν έγινε η θρυαλλίδα, δεν έγινε η παντιέρα ενός αγώνα διεκδίκησης ζωής. Εκείνες τις ημέρες ο υπολογιστής μου, ο οποίος για ένα περίπου χρόνο ψυχορραγούσε, έριξε μαύρο στην οθόνη του και με απέκλeισε αυτομάτως
Σταμάτησε η λειτουργία του λίγο μετά τις 3000 αυτοκτονίες απελπισμένων ανθρώπων, την καταγραφή ενός εκατομμυρίου ανέργων, 500.000 παιδιών τα οποία πλήττονταν από τη φτώχεια, χιλιάδων νεαρών μεταναστών και πολλών άλλων δεινών που αν απαριθμήσω κάποιοι θα πούνε ότι λαϊκίζω.
Σήμερα μπροστά στην οθόνη του αναστημένου πλέον   υπολογιστή αντιλαμβάνομαι πως τελικά ξεχνούμε, κι αλήθεια δεν μπορώ να εξηγήσω γιατί.
 Ξεχνούμε για να σωθούμε άραγε; Ξεχνούμε γιατί έτσι μας είπανε να κάνομε; Ή ξεχνούμε γιατί συνηθίσαμε την μπόχα και τίποτα πια δεν μας βρωμάει τόσο όσο χρειάζεται για να παραμείνομε σε εγρήγορση;
Φοβάμαι πως χειρότερο από το να ξεχνούμε είναι το ότι συνηθίζομε. Η  συνήθεια μας καθιστά υποταγμένους αποδέκτες μικρών ή μεγάλων θανάτων σάμπως είναι εντελώς φυσικό να μας συμβαίνουν. Η συνήθεια είναι η όσμωση στη δυσοσμία της απώλειας.
Απώλεια εργασίας, απώλεια  περιουσίας, απώλεια υγείας, απώλεια παιδείας,  απώλεια δημοκρατίας, απώλεια ελευθερίας, απώλεια ζωής  με κάθε της έννοια.
Κι όσο εμείς αδιαμαρτύρητα προσαρμοζόμαστε και μαθαίνομε να ζούμε με όσα μας έχουνε απομείνει, κάποιοι μνηστήρες διεκδικούνε τα απολεσθέντα διατυμπανίζοντας πως μας αγαπούν και θέλουνε να μας σώσουν από τον επερχόμενο αφανισμό.
Εν τω μεταξύ κάποιοι άλλοι νταβατζήδες, σοφοί πραματευτάδες, πουλούνε και ξεπουλούνε, τάχατες εκ μέρους μας, τα πολύτιμα προικιά μας.
Ζοφεροί θαμώνες όλοι τους στα πορνεία της συνδιαλλαγής βγάζουνε στο σφυρί τη ζωή μας και τα αμάλαγα στήθια μιας μικρής μικρής πατρίδας κι έπειτα την περιγελούν.
Να πάψει να μιλεί για τα πάθη της την πρόσταξαν, δεν είναι πάθη αυτά, ο βιασμός και το ξεπούλημα είναι πάντα για το καλό της. Με σιγή να φέρει τον πόνο για τους θανάτους των παιδιών της, σαν τις αρχαίες Σπαρτιάτισσες. Θυσία εις το βωμό του κέρδους και της εξουσίας.
Όσο για μας, καλά να είμαστε να τη θυμόμαστε και τη ζωή και την πατρίδα.


-

* Η Δέσποινα Μουζουράκη γράφει το χρονογράφημα από την πρώτη μέρα του eyelands. Μπορείτε να διαβάσετε προηγούμενα χρονογραφήματά της στην ενότητα eyelands/editorial

* Πίνακας της Μαρίας Γρηγοριάδη


-
ΑΝΕΒΗΚΕ ΣΤΟ EYELANDS TON IΟΥΛΙΟ TOY 2013

Του έρωτα και της ζωής

ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ

E-mail Εκτύπωση PDFalt 

γράφει η Δέσποινα Μουζουράκη

Ο χρόνος που γρήγορα περνά θαρρείς  πως στένεται εξ αιτίας της απραξίας μας, μου είπε η Θάλεια το πρωί της Τετάρτης όταν πέρασε απ το σπίτι για ένα καφέ.
Όμως εκείνη την πρόσταζε η νιότη να κάνει γρήγορα, κι ο έρωτας το ίδιο, να δώσει στην πνοή του ανέμου το θρόισμα των φύλλων, να υποτάξει της ζωής τους θανάτους απλώνοντας όνειρα.
Κι άπλωνε όνειρα, λέει, στο πέλαγος σαν να 'τανε  σεντόνια, σαν να 'τανε φτερούγες των πουλιών που ισορροπούνε πάνω απ’ τη θάλασσα.
Οι κεραυνοί την άφηναν ανέγγιχτη, προάγγελοι της σταγόνας, συλλογιόταν, κι άρπαξε ένα για να βροντά του χάρου.
Όταν ύστερα ήρθε η ζωή, ζωή την είπε, ο έρωτας του έρωτα στην πατρίδα της άνοιξης. Και τώρα την κοιτούσε στα γελαστά του μάτια, την ελπίδα, το ταξίδι του ονείρου, την πνοή τ’ ανέμου. Τώρα αισθάνονταν αθάνατη, λουσμένη φως, έτοιμη για το ταξίδι στον όμορφο κόσμο με τ’ ανθισμένα ζουμπούλια και τις απλωτές θάλασσες.
Τώρα αγκάλιασαν τα ποτάμια το πέλαγος, η θάλασσα ανθίζει τα λουλούδια της άμμου και κείνα έσμιξαν με  την αθώρητη καρδιά του ήλιου. Η ευτυχία απόχτησε χρώμα, η ελευθερία μουσική, τα λόγια έγιναν νανούρισμα κι ο ίσκιος αντάμωσε το κορμί.
Το χθες με το αύριο συμπορεύονται στην αχτίδα της σκέψης που σύναξε μια- μια τις στιγμές, σχεδιάζοντας το πανωφόρι του  ήλιου. Ο πόνος κι ο δισταγμός προσέκρουσαν στο ξημέρωμα που πρόβαλε απ’ το σκοτάδι. Η ανάμνηση κι η ελπίδα έσυραν την άμαξα στο βάθος του ουρανού που ξανάσμιξε το σύμπαν.
Γεννήθηκε η ζωή κι ο κόσμος όλος από την αρχή γεννήθηκε, ξεπλένοντας την αμαρτία του μέσα στα γελαστά της μάτια.
-
ΑΝΕΒΗΚΕ ΣΤΟ EYELANDS ΤΟΝ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟ ΤΟΥ 2013

Πάμε να βρούμε το καλοκαίρι

E-mail Εκτύπωση PDF
altΚάτι σαν χρονογράφημα, από τον Γρηγόρη Παπαδογιάννη
*
Ξύπνησε ένα πρωί και της είχε κολλήσει, ποιος ξέρει από πού.
-    Μπαμπά. Πάμε να βρούμε το καλοκαίρι.
-    Ναι. Κοίτα τώρα. Δεν μπορούμε να πάμε να βρούμε το καλοκαίρι.
-    Πάμε να βρούμε το καλοκαίρι, μπαμπά. Μπαμπά. Θέλω να βρούμε το καλοκαίρι. Θέλω να πάμε στο καλοκαίρι.
-    Δεν γίνεται να πάμε στο καλοκαίρι. Τι να κάνουμε τώρα;
Ακολούθησαν κλάματα, ως συνήθως όταν δεν γίνεται το δικό της.
Το μεσημέρι πάλι τα ίδια:
-    Θέλω να πάμε στο καλοκαίρι.
-    Βρε αμάν με το καλοκαίρι. Θα πάμε στη θάλασσα. Εντάξει; Θα πάμε να κάνουμε μπάνιο. Οκέι;
-    Όχι. Θέλω να πάμε στο καλοκαίρι.
Τι της λές τώρα και πώς της το εξηγείς; Τον τελευταίο καιρό έχουμε διάφορες τέτοιες απορίες. Τις προηγούμενες τις έλυσα σχετικά εύκολα.
-    Μπαμπά, δεν είσαι γίγαντας;
-    Δεν είμαι. Καμία σχέση.
-    Μπαμπά. Ο τοίχος έχει μαμά;
-    Όχι, ο τοίχος δεν έχει μαμά.
-    Και πού είναι;
-    Ε, έχει πάει αλλού τώρα. Ο τοίχος δεν έχει μαμά.
-    Και δεν στεναχωριέται που δεν έχει μαμά;
-    Όχι, δεν στεναχωριέται. Είμαι μεγάλος τοίχος. Εντάξει;
-    Μμμ…
Από τότε που γεννήθηκε έχω αποκτήσει τη συνήθεια ενός παράξενου μετρήματος. Λέω μέσα μου: «Δυο χρονών. Καλά τα πήγαμε ως εδώ. Τριών χρόνων. Εντάξει είμαστε ακόμα. Τριών και τεσσάρων μηνών. Είναι ακόμα ευτυχισμένη. Τριάμισι. Ακόμα είναι ξένοιαστη». Μοιάζει λίγο με κείνο το ανέκδοτο, με τον τύπο που πέφτει από τα δυό χιλιάδες μέτρα, χωρίς αλεξίπτωτο και για να πάρει κουράγιο, καθώς πέφτει, λέει συνέχεια μέσα του: «μέχρι εδώ πάμε καλά, μέχρι εδώ πάμε καλά, μέχρι εδώ πάμε καλά…»
Το ξέρω ότι θα έρθει η προσγείωση. Παρακαλάω μόνο να μην είναι πολύ απότομη. Αν γίνεται να εξοφληθεί και με δόσεις… Κι εύχομαι ν’ αργήσει ακόμα.
Πώς θα της εξηγήσω σε τι ακριβώς κόσμο την έχω φέρει; Η ζωή δεν είναι αγροτική τράπεζα να πάρεις μόνο το καλό κομμάτι και ν’ αφήσεις στα κοροΐδα το άσχημο. Κάποιοι βέβαια το καταφέρνουν. Αυτό όμως είναι μια άλλη ιστορία.
Πώς θα τη βοηθήσω ν’ αντέξει όταν καταλάβει ότι τα πραγματικά παραμύθια δεν έχουν σχεδόν ποτέ καλό τέλος; Τι θα βρω για να την παρηγορήσω όταν μάθει ότι τριγύρω έχουμε γεμίσει κακούς λύκους; Ότι η ζωή είναι γεμάτη καταστροφές σαν κι αυτές που παθαίνει ο συλβέστρος ο γάτος, με τη μόνη διαφορά ότι εμείς δεν ξαναγεννιόμαστε όταν μας κάνουν χαλκομανία και απλώς πονάμε; Πώς θα αντιδράσει όταν μάθει ότι τον κόσμο δεν κάνει κουμάντο ο γουίνι και οι φίλοι του αλλά κάτι καθάρματα και οι φίλοι τους;
Να την κρατήσω σε μια γυάλα; Να της δείχνω τη ζωή μέσα από ένα παραμορφωτικό καθρέφτη που ομορφαίνει τα πάντα; Ως ένα βαθμό το κάνω. Και δεν αναρωτιέμαι αν κάνω καλά. Μέχρι τώρα είναι εύκολο. Ναι, οι άνθρωποι μπορούν να πετάξουν άμα το θέλουν. Ναι, το περισσότερο που σου ζητάει η ζωή είναι να τραγουδάς και να ζωγραφίζεις ήλιους και λουλουδάκια. Κι οι κατσαρίδες που βλέπουμε στο δρόμο ανάποδα, απλώς κοιμούνται και περιμένουν τις φίλες τους να έρθουν να παίξουν. Και τους ανθρώπους που βλέπουμε ξαπλωμένους στο πάρκο είναι γιατί τους αρέσει να μένουν εκεί.
Θα τα μάθει κάποτε, δεν θα τα μάθει; Δεν θα της γεμίσουν το μυαλό με άχρηστα πράγματα; Δεν θα προσπαθήσουν να την εξαπατήσουν για ένα σωρό τρόπους; Δεν θα την πικράνουν για το τίποτε; Δεν θα μάθει κάποτε ότι πρέπει να δουλεύει, να υποφέρει, να απογοητεύεται, να βασανίζεται, να φοβάται; Εκτός αν μάθει να εξαπατά, να πικραίνει, να απογοητεύει, να φοβίζει τους άλλους πρώτη. Φοβάμαι ότι μπορεί να γίνει έτσι. Όπως επίσης φοβάμαι ότι δεν θα γίνει έτσι.
«Μην είσαι κορόιδο», μου έλεγε ο πατέρας μου. «Βλέπεις τι τραβάνε όσοι πάνε με το σταυρό στο χέρι. Εσύ να κοιτάς το συμφέρον σου». Αλλά το έλεγε με τέτοιο τρόπο που δεν με έπειθε. Γιατί ένιωθα στο βάθος πως ήταν περήφανος. Που ήταν «κορόιδο». Έτσι διάλεξα κι εγώ το δρόμο του κορόιδου. Εύκολα τα λες αυτά όμως. Και νιώθεις και ωραία που το παίζεις έντιμος. Ενώ ήμουν απλώς εγωιστής και ξεροκέφαλος. Όταν αύριο όμως εκείνη καταλάβει ότι δεν βρήκα κανένα τρόπο να της εξασφαλίσω μια άνετη ζωή, όταν καταλάβει ότι ο πατέρας της χαράμισε τη ζωή του με λογοτεχνίες και τέτοιες αηδίες αντί να βρει μια σίγουρη θεσούλα, να κάνει μια κομπίνα, να βρει έστω έναν μπάρμπα σε κάποιο κόμμα… Όταν αύριο τα καταλάβει όλα αυτά, ποιος μου λέει ότι δεν θα με αρχίσει στα μπινελίκια;
Δεν ξέρω. Δεν έχω πουθενά κρυμμένες απαντήσεις για ώρα ανάγκης. Δεν έχω κανένα πρόχειρο ορισμό επιτυχίας στη ζωή, δεν είμαι καν σίγουρος ότι έχω καταλάβει πως παίζεται αυτό το παιχνίδι. Μου άρεσε πάντα να αυτοσχεδιάζω στο δρόμο. Και το πλήρωσα βέβαια. Γι’ αυτό έχω μια ιδιαίτερη συμπάθεια στο γάτο συλβέστρο. Ξέρω από καταστροφές.
Αυτοσχεδιάζω και μαζί της, άραγε; Δεν είμαι σίγουρος. Πιστεύω ότι κάπου μέσα μου έχω κάτι που μου λέει κάθε στιγμή ποιο είναι το καλύτερο που πρέπει να κάνω για κείνη. Όχι ότι το καταφέρνω πάντα. Αλλά μέσα μου ξέρω. Κι αυτό το κάτι περνάει μέσα από στροφές και αντιφάσεις. Γιατί έτσι μόνο μπορείς να πορευτείς εδώ που βρεθήκαμε.
Είναι η ζωή ένα όνειρο; Είναι μια φάρσα; Είναι μια δοκιμασία; Ανάλογα με τις μέρες μου, είναι πότε το ένα πότε το άλλο. Από τον Ίταλο Καλβίνο θυμάμαι μια φράση, που πάει κάπως έτσι: «για να αντέξεις, ψάξε να βρεις μικρούς παράδεισους και δώσε τους ζωή». Ακούγεται όμορφο. Ελπίζω να προλάβω να της το μάθω όσο ακόμη θα με ακούει και θα με πιστεύει.
Στο μεταξύ, όσο περισσότερο μπορώ θα κρατήσω το ίδιο βιολί. Ναι, δεν είναι σωστό να λες στο παιδί ψέματα. Αλλά ποιος είπε ότι λέω ψέματα; Ποιος είπε ότι λέω κάτι που δεν το πιστεύω εγώ ο ίδιος; Ναι, ο άνθρωπος μπορεί να πετάξει. Ναι, μια μέρα ο γουίνι και οι φίλοι (ή κάποιοι που τους μοιάζουν) μπορεί να κυβερνήσουν τον κόσμο. Ναι, άμα ψάξουμε θα βρούμε το καλοκαίρι. Και, αλήθεια σας λέω, ξεκινάμε να πάμε στο καλοκαίρι, αύριο κιόλας. 


-
ΑΝΕΒΗΚΕ ΣΤΟ EYELANDS TON ΑΥΓΟΥΣΤΟ ΤΟΥ 2012

Μη μου κουνάτε το δάχτυλο δεν σας φοβάμαι

ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ

E-mail Εκτύπωση PDF
altΠρωί πρωί Κυριακάτικα το διάβασα κι αυτό. Ήμαρτον κύριε! Τα λουλουδάκια στο μπαλκόνι μου είναι ανθισμένα, η γαριφαλιά μου σπάει τη μύτη, δυο χελιδόνια στο απέναντι καλώδιο κελαηδούν, η κυρία Αντιγόνη όπως κάθε Κυριακή επιστρέφει από την εκκλησία με το μαύρο της τσαντάκι ανά χείρας κι η  Λανγκάρντ είπε ότι δεν με σκέφτεται, γιατί σκέφτεται τα παιδάκια του Νίγηρα.
γράφει η Δέσποινα Μουζουράκη

Είπα εγώ στην Λαγκαρντ να με σκεφτεί; την ενόχλησα εγώ την ώρα του καφέ της; αυτή γιατί μ’ ενοχλεί;
Περίμενα εγώ την Λαγκάρντ να μου πει ν’ αναλάβω το παιδί μου, να πληρώνω τους φόρους μου, να γίνω συνεπής πολίτης; Περίμενα εγώ από τη μαντάμ να σκεφτεί αν θα έχω φάρμακα και πώς θα ζήσω;
Ε όχι βέβαια, κι ας μην μου σηκώνουνε τη φωνή, κι αυτή κι η άλλη σουσουράδα η Ανγκέλα γιατί δεν με τρομάζουν.
Εγώ κυράδες μου ζω με 90% αναπηρία και πληρώνω τους φόρους μου και δεν σας φοβάμαι.
Μη μου κουνάνε λοιπόν το δάχτυλο οι από μέσα κι οι απ’ έξω σωτήρες των λαών γιατί δεν με φοβίζουν.
Μη μου κουνάνε το δάχτυλο και μη στρογγυλεύουνε τα μάτια τους οι σοφοί πολιτικάντηδες γιατί με πεισμώνουνε περισσότερο.
Δεν ξέρουνε άραγε όλοι τους πως, ο βρεγμένος τη βροχή δεν τη φοβάται; Δεν γνωρίζουνε πως δίχως μου και δίχως όλους εμάς ούτε χρήμα ούτε εξουσία θα έχουν;
«Ξυπνήσανε οι σκλάβοι Αντωνάκη μου!», ακριβώς έτσι όπως το είπε στην ελληνική ταινία η Κοντού στον Κωνσταντίνου.
Θα μου πει βέβαια κάποιος «σκασίλα τους για σένα, ούτε σκόνη στα παπούτσια τους δεν είσαι». Ε σκασίλα μου λοιπόν κι εμένα κι άμα θέλουνε να ξέρουνε γελώ με τα καμώματα τους, εκνευρίζομαι, αλλά δεν τους φοβάμαι.
Μια πόρτα που χτυπά με τον αέρα και μ’ εκνευρίζει την έβγαλα Βαγγέλη, την άλλη που ανοίγεί ξαφνικά και μπάζει ρεύμα την έβγαλα Αντώνη, ένα ξεχειλωμένο παντελόνι της πυτζάμας Πάγκαλο, τη γάτα της γειτόνισσας που έρχεται και μου σκορπά στο μπαλκόνι το χώμα από τις γλάστρες Ανγκέλα και τον κοπρίτη του Θανάση που κατουρά το πεζοδρόμιο και δεν παίζουνε τα παιδιά τον φωνάζω Σόιμπλερ, και έπεται συνέχεια. 
Ένα πράγμα πάντως έχουνε καταφέρει όλοι τους και γι αυτό τους ευχαριστώ ιδιαιτέρως. Καταφέρανε να κάνουνε το μυαλό να δουλεύει συνεχώς, βοήθησαν να αναπτύξω την φαντασία μου, τη δημιουργική μου   σκέψη, την κριτική μου ικανότητα, αλλά κυρίως να εξασκώ τη μνήμη μου καθημερινά για να μην ξεχάσω τα προηγούμενα καμώματά τους και να μην εμπιστευτώ ποτέ ξανά κανέναν τους.
Πραγματικά τους ευχαριστώ γιατί ουδείς μέχρι σήμερα δεν μου έδωσε τόσα κίνητρα για ν’ αγωνίζομαι, κανείς δεν κατάφερε να με κάνει να θέλω να σηκωθώ από το τσουρί μου γιατί μόνο εκεί είχα βολευτεί. 


-
ΑΝΕΒΗΚΕ ΣΤΟ EYELANDS ΤΟΝ ΙΟΥΝΙΟ ΤΟΥ 2012

το καλύβι του μπάρμπα –γραφιά

Edito

E-mail Εκτύπωση PDF
alt
Ας το παραδεχτούμε. Αυτό που μας ενώνει είναι το κοινό μας «κουσούρι», η «πετριά», η παλιοσυνήθεια αυτή: Γράφουμε. Είμαστε αυτοί οι περίεργοι τύποι που κρυμμένοι στα σκοτάδια, της νύχτας ή τα δικά μας
σμιλεύουμε αόρατες πόλεις και χανόμαστε μέσα τους. Είμαστε εμείς που μας μαγεύει να χαράζουμε γράμματα στο χαρτί, να πληκτρολογούμε λέξεις, να φτιάχνουμε κόσμους που, αλίμονο, πολύ συχνά μόνο εμείς θα ταξιδέψουμε σ’ αυτούς.  Αυτή είναι η μοίρα μας. Έτσι φτιαχτήκαμε. Μ’ αυτό το λάθος στο μηχανισμό μας. Παραδέρνουμε σε ένα κόσμο που δεν μας θέλει, επιβιώνουμε κάνοντας πράγματα που δεν θέλουμε κι ότι κι αν συμβαίνει γύρω, όσα δεινά κι αν μας φέρνει αυτό το «βίτσιο», εμείς πάλι εκεί στρεφουμε το βλέμμα, στο μοναδικό μας καταφύγιο, το καλύβι του μπάρμπα –γραφιά.
Η μάνα μας διαβάζει βάσω χηνάκου, η γυναίκα μας χρύσα τρεμουλίδου, ο άντρας μας δεν διαβάζει τίποτε. Όλοι αυτοί, ακόμη κι οι καλύτεροί μας φίλοι είναι κανονικοί άνθρωποι. Δηλαδή: δεν διαβάζουν. Αλλά κι όταν διαβάζουν κι όταν ακόμη αναγνωρίζουν ότι ένας συγγραφέας έχει λόγο ύπαρξης, καταλαβαίνουν μόνο, σε απλά νεοελληνικά ότι συγγραφέας είναι αυτός που βγάζει λεφτά. Οι άλλοι (στην ελλάδα ζεις δεν υπάρχει ελπίς) είναι μυστήριοι, ψώνια, γραφικοί, αλαφροϊσκιωτοι.
Φυσικά υπάρχουν κι άνθρωποι που μας καταλαβαίνουν. Εννοείται. Πάντα υπάρχουν άνθρωποι. Άνθρωποι έτοιμοι να μας βοηθήσουν να δούμε το όνειρό μας τυπωμένο. Άνθρωποι που θέλουν λεφτά για να μας βοηθήσουν. Άνθρωποι που θα δουν τυπωμένο (σε χαρτονομίσματα) το δικό τους όνειρο πατώντας στη δικιά μας ελπίδα, τη δική μας ψυχούλα, το δικό μας ταλέντο –γιατί που και που υπάρχει κι αυτό. Δεν έχει σημασία. Η τιμή παραμένει ίδια.
Σίγουρα μπορείς να γίνεις συγγραφέας από τους άλλους. Αυτούς που σέβεται ακόμη κι η μαμά σου. Αρκεί να βρεις κάτι άλλο να κάνεις για να επιβιώσεις μέχρι να σε ανακαλύψουν. Αρκεί να κάνεις ως τότε κάτι ...παραγωγικό. Αν θες οπωσδήποτε να γράφεις, πάλι δεν υπάρχει πρόβλημα. Αρκεί να γεμίζεις για χρόνια ολόκληρα θλιβερές φυλλάδες (είναι ελεύθερος ο τύπος αρκεί μόνο να μη γράφει) ή ακόμη πιο θλιβερές συναθροίσεις (και δίπλα σ’ αυτό τ’ όνομά μου) ώστε να «γίνεις γνωστός». Αν είσαι τυχερός μπορεί να σε πάρουν και για μαϊντανό στη σούπα της τηλεόρασης. Ένα σωρό αξιοθρήνητα πράγματα μπορείς να κάνεις για να βοηθήσεις τον εαυτό σου, για να γίνεις «γνωστός συγγραφέας».  Αλλιώς…
Αλλιώς σε περιμένει το καλύβι του μπάρμπα γραφιά. Είσαι απλά ένας σκλάβος της πραγματικής ζωής. Η πραγματική ζωή είναι ένας αφέντης που δεν δέχεται παρεκτροπές. Κι έχει τρόπους να σε βασανίζει όταν υποψιαστεί ότι «ξεφεύγεις». Πολλούς τρόπους. Είσαι καταδικασμένος λοιπόν να κρύβεις το κουσούρι σου, να το φανερώνεις μόνο σε κάτι πολύ δικούς σου ανθρώπους, σε λογοτεχνικά περιοδικά και σε ιστοσελίδες για ομοιοπαθείς. Εκεί, καλά κρυμμένος στα κύματα του διαδικτύου μπορείς να μιλήσεις ελεύθερα γι’ αυτή τη διαστροφή σου: θες να γράφεις. Θες να φτιάχνεις κόσμους. Θες να μιλάς με ήρωες που πήραν ζωή από τη σκέψη σου. Θες να χτίζεις παλάτια (και παράγκες) μέσα στην άμμο της φαντασίας σου. Θες να έχεις την ελευθερία να ξεφεύγεις από την αφόρητη πραγματικότητα που σε παγιδεύει από τη στιγμή που γεννιέσαι. Κι ακόμη περισσότερο θες να ελπίζεις πως κάτι, κάτι μικρό, κάτι ελάχιστο μπορείς να κάνεις για να γίνει ο κόσμος καλύτερος. Τι ανόητοι που είμαστε, ε;
Ας γυρίσουμε ξανά στο καλύβι μας. Η πραγματικότητα δεν μας χρειάζεται. Η αθλιότητα που υπάρχει εκεί έξω είναι η πιο αρχαία ιστορία του κόσμου. Το ίδιο πάντα παραμύθι.  Κάποιοι –λίγοι- πρέπει να περνάνε πολύ καλά. Για να γίνει αυτό, κάποιοι –πάρα πολλοί- πρέπει να περνάνε πολύ άσχημα. Αυτή είναι η ιστορία του κόσμου ως τώρα. Δεν προβλέπεται ν’ αλλάξει σύντομα. Στο μεταξύ εσύ, συνέχισε να γράφεις. Όπως όλες οι καταπιεσμένες μειοψηφίες συνέχισε να υπομένεις. Δεν φταις, απλώς γεννήθηκες έτσι. Και δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς.
Γρηγόρης Παπαδογιάννης
**
εικόνα: uncle Toms praying, λιθογραφία του Μεξικανού ζωγράφου Miguel Covarrubias
-
ΑΝΑΡΤΗΘΗΚΕ ΣΤΟ EYELANDS ΤΟΝ ΑΠΡΙΛΙΟ ΤΟΥ 2012

Ο μπαλωματής, ο άστεγος κι η τρύπια κουβέρτα

E-mail Εκτύπωση PDF
   ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ
altΥπάρχουνε άνθρωποι που δεν μεγάλωσαν ποτέ. Υπάρχουνε κάτι παιδιά εγκλωβισμένα σε σώματα ανάλογα με την ηλικία τους και δυσανάλογα με το είναι τους.
Κι αυτοί οι άνθρωποι – παιδιά ταλανίζονται όσο ζούνε για να βρούνε τον χωροχρόνο που τους ταιριάζει και ταλανίζουνε κι εμάς τους άλλους, οι οποίοι προσπαθούμε να τους συμμορφώσουμε και να τους κάνομε να ταιριάζουνε με τον κόσμο μας.
γράφει η Δέσποινα Μουζουράκη
Αλλά όχι, δεν τα καταφέρνομε ποτέ ή εκείνοι δεν θέλουν να τα καταφέρουνε σε πείσμα όλων εμάς που συμβιβαστήκαμε αδιαμαρτύρητα και γίναμε μέρος όλου αυτού του πολύβουου και ποικιλόχρωμου κόσμου του υποταγμένου στην ύλη και στην εξουσία.
Ένας τέτοιος ήταν ο Γιάννης, ένας ξεχωριστός, ένας διαφορετικός αγωνιστής, στην πλατεία, στην πορεία, στον αγώνα για ένα κόσμο με άρωμα ανθρώπου, δίχως πολέμους, δίχως ρατσισμό, δίχως αλαζονικές εξουσίες, δίχως βρωμιά.
Συχνά μονολογούσε κάτω από τα πυκνά του μουστάκια «Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση;» θα με ρωτήσει, έλεγε, ο Άγιος Πέτρος άμα πάω στον άλλο κόσμο κι εγώ τι θα του πω; Να του πω πως εμπάλωνα και δεν πολέμησα; να του πω πως δεν ήξερα ότι είχαμε πόλεμο; ή να του πω πως δεν ήξερα ποιοι ήταν οι εχθροί;
Τούτα είπε και την τελευταία φορά που τον συνάντησα κι ύστερα από λίγες ημέρες πέρασε μ’ ένα μονάχα ζάλο την διαχωριστική γραμμή των δύο κόσμων και μ’ άφησε ….
Ούτε ξέρω τι απάντησε στον Άγιο Πέτρο και δεν έχει σημασία τώρα πια. Σημασία έχει πως ήθελε να αλλάξει τον κόσμο, πως ήθελε να τσακίσει κάθε αγκαθωτό σύρμα που ξεχώριζε τους ανθρώπους, πως ήθελε τα πουλιά να πετούν ελεύθερα …….
Ένας άνθρωπος από εκείνους που δεν φόρεσαν ποτέ τους ρολόγια, δεν προσπάθησαν να βρεθούνε ποτέ συνεπείς στο δικό μας χρόνο και στη δική μας υπερβολικά υπερκινητική ζωή.
Απλός, λιτός κι ανυπάκουος στις προσταγές του συμβιβασμένου κόσμου μας. Μονάχα ένα πιάτο φαΐ κι ένα ποτήρι κρασί του αρκούσαν για να κάνει πανηγύρι την κάθε ημέρα.
«Όλα τ’ άλλα είναι παραμύθια αδερφέ, παραμύθια σας πουλάνε κι εσείς κάθεστε και τους ακούτε και δεν τους παίρνετε με τις πέτρες».
Τώρα μ’ άφησε ξαφνικά μ’ ένα τεράστιο χρέος, να αλλάξω τον κόσμο, μα δεν ξέρω πως, κι μ’ ένα ακόμα, να μοιράσω τα υπάρχοντα του στους άστεγους, ένα φθαρμένο παντελόνι, ένα ζευγάρι άρβυλα, ένα φανελένιο καρό πουκάμισο και μια τρύπια κουβέρτα.


**
πίνακας: tent city homeless, by Judith Rhue


-
ΑΝΑΡΤΗΘΗΚΕ ΣΤΟ EYELANDS: ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2012

Τα χειρόγραφα του φθινοπώρου

E-mail Εκτύπωση PDF
EDITO
altΟλοκληρώσαμε την πρώτη φάση του διαγωνισμού μας. Κατά περίεργο τρόπο είμαστε μια ομάδα που κάνει αυτά ακριβώς που υπόσχεται, στους χρόνους που έχει προαναγγείλει. Μας πήρε λίγο παραπάνω κόπο γιατί πραγματικά δεν είχαμε προβλέψει ότι θα έφταναν τόσα διηγήματα στο διαγωνισμό και εκεί προς τα τέλη Αυγούστου έπεσαν αρκετά ξενύχτια για να είμαστε έτοιμοι τώρα. Πρόβλημά μας. Σωστά.
Το πραγματικό «πρόβλημα» όμως ήταν άλλο. Τα διηγήματα ήταν καλά. Δεν λέω ότι υπήρχαν πολλά αριστουργήματα – υπήρχαν πάντως- λέω ότι υπήρχαν πάρα πολλά καλά διηγήματα. Υπήρχαν πολλές ωραίες, έξυπνες, αστείες ή δραματικές, προσεκτικά φτιαγμένες ή αυθόρμητες ή εντελώς φεύγα  ιστορίες, όπως υπήρχαν και φωνές. Φωνές αγωνίας, φωνές απελπισίας, φωνές που μιλούσαν γι’ αυτό που ζούμε, αυτό που περνάμε κάθε μέρα μ’ αυτούς τους άρρωστους που μας κυβερνούν, μ’ αυτά τα παράλογα που μας συμβαίνουν μ’ αυτή την θλίψη που σκεπάζει τη χώρα μας. Μιλάω για τις ελληνικές συμμετοχές οι ξένες είναι μια άλλη ιστορία, κάποια στιγμή μπορούμε να το συζητήσουμε γι' αυτό. Τώρα, με αφορμή τα διηγήματα θέλω να μιλήσω γι' αυτό που γίνεται γύρω μας και για πράγματα που μπορούμε να κάνουμε για να δούμε λίγο παραπάνω φως.
Δεν μπορούσαμε να περάσουμε όλα τα διηγήματα, εννοείται. Αφήσαμε πίσω κάποια και πολλά από αυτά ήταν διηγήματα που μας άγγιξαν πραγματικά. Δεν θέλουμε να χαθεί όλη αυτή η ζωντάνια, η αγωνία, η ανάγκη για έκφραση που βγαίνει μέσα από τα γραπτά μας. Και οι τρεις μας που κάναμε τη δουλειά στην πρώτη φάση (θα γίνουμε εφτά στη δεύτερη) ξέρουμε τι θα πει λογοτεχνικός διαγωνισμός. Έχουμε κερδίσει και έχουμε «χάσει», έχουμε νιώσει χαρά και έχουμε πικραθεί με διάφορους τρόπους και για διάφορες περιπέτειες στο χαρτί πιο παλιά, στο πληκτρολόγιο τώρα πια. Ξέρουμε πως νιώθετε και όσοι πέρασαν και όσοι δεν πέρασαν στην επόμενη φάση. Και ξέρουμε ότι σε τέτοιες υποκειμενικές ιστορίες πάντα θα υπάρχουν κάποιοι που μπορεί (και δικαιολογημένα) να πιστεύουν ότι αδικήθηκαν. Δεν ψάχνουμε να χρυσώσουμε το χάπι εδώ. Άνθρωποι είμαστε, έχουμε ο καθένας τη δική του άποψη, τις δικές του αγάπες,  και τις δικές του εμμονές αν θέλετε, ανθρώπινα κρίνουμε. Αυτό αρκεί πιστεύω. Ας ξεφύγουμε λίγο όμως απ’ αυτό.
Ας προχωρήσουμε λοιπόν παρακάτω. Πολλούς, πάρα πολλούς από εσάς, πέρα από αυτούς που πέρασαν στην επόμενη φάση, θα θέλαμε να σας δούμε σ’ αυτή τη σελίδα. Θέλουμε να έρθετε μαζί μας. Με το διήγημά σας, με το κείμενό σας, με τις ιδέες σας, με τις προτάσεις σας. Όπως θα έχετε προσέξει οι συνεργασίες όλο και πυκνώνουν τον τελευταίο καιρό. Γίνεστε όλο και περισσότεροι και ως συν-δημιουργοί αυτής της ιστοσελίδας και ως αναγνώστες.  Γι’ αυτό και θα μεγαλώσουμε το χώρο (και τη δουλειά) που έχει να κάνει με τη λογοτεχνία –αυτή είναι η βασική δική μας και δική σας αγάπη άλλωστε, αυτό βλέπουμε και από τον τρόπο που διαβάζετε το eyelands.
Ελάτε μαζί μας. Αυτό το νησί έχουμε να σας προσφέρουμε. Μπορεί να μην είναι το σκαλοπάτι για τη δόξα ή η λεωφόρος για την αθανασία (έχουμε καιρό, γι’ αυτά, έτσι;) αλλά είναι ένα κομμάτι ζωής, είναι αληθινό, είναι έντιμο και φτιάχτηκε για να κάνει τη μέρα μας πιο υποφερτή (όταν είμαστε στα κάτω) ή υπέροχη (όταν είμαστε στα πάνω μας). Δεν το φτιάξαμε μόνο για μας. Αν θέλετε το πιστεύετε, το φτιάξαμε και για σας.
Να ξέρετε κάτι. Αυτό που κάνουμε εδώ είναι να ρίχνουμε μπουκάλια με μηνύματα στον ωκεανό (μετάφραση: κείμενα με αυτά που νιώθουμε σ’ ένα κόσμο χαοτικό και εχθρικό). Εντάξει λοιπόν. Για άλλους αυτό μπορεί να είναι προσβολή. Για μας είναι έπαινος. Αυτοί ακριβώς είμαστε. Οι τύποι που πετάνε μπουκάλια με μηνύματα στον ωκεανό.
Κάτι περισσότερο. Δεν είναι μόνο οι πλατείες που μπορούμε να μαζευόμαστε. Είναι και οι θάλασσες του ίντερνετ. Εικονικός κόσμος; Μα αυτά που γράφουμε δεν είναι εικονικά, είναι τόσο πραγματικά όσο και η ίδια η ζωή. Και κάπως πρέπει ν’ αρχίσουμε να μαζευόμαστε. Με όποιους τρόπους μπορούμε. Κάπως πρέπει να φτιάξουμε καινούργιες παρέες,  κάπως πρέπει να βρούμε τους καινούργιους δρόμους. Έτσι θα πάει από δω και πέρα η ζωή μας; Ένα δράμα στις διαστάσεις του δελτίου των οχτώ; Κάτι καλύτερο δεν γίνεται;
Ελάτε σ’ αυτό το νησί και κάντε το κι εσείς. Δεν ξέρω πόσο καλύτερη μπορεί να γίνει η ζωή μας, ξέρω όμως πως τουλάχιστον θα ‘χουμε κάνει αυτό που μπορούμε. Αυτό το τρελό, ουτοπικό, παράξενο, θλιμμένο, αφελές και πανέμορφο για το οποίο είμαστε ταγμένοι.

Γρηγόρης Παπαδογιάννης
για το eyelands
_

ΑΝΕΒΗΚΕ ΣΤΟ EYELANDS: ΤΟ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟ ΤΟΥ 2011

Καφεδάκι τον Απρίλη

ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ

E-mail Εκτύπωση PDF
altΑπό την Δέσποινα Μουζουράκη
 Καφεδάκι, τσιγάρο κι εσύ. Παντού εσύ, πάντα εσύ, μια σκιά και μια πραγματικότητα συγχρόνως, μοναξιά και ζωντάνια της σκέψης και της ψυχής μου…
Ένας χείμαρρος χρώματα κινείται κάτω από τον ήλιο και δίδει την αίσθηση πως καμιά σκοτεινιά δεν μπορεί να επιβληθεί σε όλο αυτό το χώρο.

Παιδιά, πολλά παιδιά και τουρίστες με ξανθά μαλλιά δίδουνε μια εικόνα αναμφίβολα ρομαντική. Την ψευδαίσθηση ότι δεν υπάρχει άλλος κόσμος πουθενά αλλού, παρά μόνο εδώ, αυτός ο υπέροχος κήπος με τα πολλά χρώματα και τον ήλιο.
Μια εικόνα πριν από είκοσι και πάνω χρόνια, ένα πρωινό του Απρίλη, ένας κόσμος που έμοιαζε να βαδίζει δίχως πρόγραμμα, δίχως συγκεκριμένο στόχο και σκοπό.
Νέοι άνθρωποι πολλοί από εμάς τότε, ζούσαμε τον ίλιγγο των ερώτων μας, και σίγουρα δεν ονειρευόμασταν το αδιέξοδο που βρισκόμαστε τώρα.
Ο Μάρτης που πέρασε μας μεγάλωσε απότομα, σαν να έσπασε μέσα μας το γυαλί της σιωπής τόσων χρόνων, σαν να έδεσε ένας κόμπος που γογκά, σαν να βρεθήκαμε μπρος τα μεγάλα ανείπωτα όχι της ζωής μας και τρομάξαμε από το μέγεθος της συμφοράς που αφήσαμε να γενεί.
Άλλοι παγιδευτήκαμε στο σήμερα, άλλοι στο αύριο, άλλοι εγκλωβιστήκαμε στο χθες, προσπέρασε η ζωή μας ή την προσπεράσαμε δίχως να γυμνωθούμε εμπρός στα μάτια της ψυχή μας κι επιτέλους να ελευθερωθούμε. Να βρούμε τον εαυτό μας και τη δύναμη των λόγων μας, να προλάβουμε τη στέγνα και την άμβλυνση των συναισθημάτων μας.
Πολλοί από μας δεν επαναστατήσαμε ποτέ ενάντια στο κοινωνικοποιημένο μας εγώ για να πράξουμε αυτό που πραγματικά θέλαμε κι όχι αυτό που μας ζητούσαν, γιατί καμιά επανάσταση δεν είναι πιο σημαντική και πιο μεγάλη απ’ αυτή που θα κάνομε στον ίδιο μας τον εαυτό.
Τώρα η φύση  μας εκδικείται για τις απουσίες μας, ανθίζοντας ξανά τα κίτρινα λουλούδια της στους αγρούς τούτο τον Απρίλη που εμείς αφανιζόμαστε από τους πολέμους, η εξουσία μας εξοντώνει και μας θάβει στο λάκκο της παρατεταμένης σιωπής και ανυπαρξίας μας.
Κι ίσως ο έρωτας εν τέλει μπορέσει να μας αφυπνίσει και να μας προστατέψει από τον αφανισμό. Ας αφεθούμε λοιπόν, Απρίλης είναι.


ΑΝΕΒΗΚΕ ΣΤΟ EYELANDS: ΑΠΡΙΛΙΟ 2011

Μικρές πραγματοποιήσιμες Ουτοπίες


E-mail Εκτύπωση PDF

alt


Τα καλά νέα πρώτα: οι επισκέψεις σας στο eyelands διπλασιάστηκαν από τον Δεκέμβριο στον Ιανουάριο. Τα ακόμη καλύτερα είναι ότι ξεκινάει ο πρώτος μας διαγωνισμός...
Γίναμε λοιπόν περισσότεροι. Δεν σημαίνει τίποτε ακόμη, αλλά είναι κάτι. Ξέρετε, υπάρχουν διάφοροι τρόποι να ανεβείς πιο ψηλά, στα, πώς τα λένε… για τη μουσική τα λέγαμε charts, στα charts λοιπόν. Δεν μου λέει τίποτε αυτό. Το να φαίνομαι περισσότερο αν δεν έχω κάτι να σου πω δεν μου λέει απολύτως τίποτε. Το θέμα είναι να τα καταφέρουμε με τον πιο παλιό, τον πιο απλό, τον πιο ωραίο τρόπο: να μου αρέσει το eyelands εμένα, να στο πω εσένα, να το πεις στον άλλο. Έτσι μόνο έχει σημασία.
altΘα πάρει καιρό, το ξέρω. Θα πάρει καιρό να με πιστέψεις, μέσα στη σκόνη που υπάρχει. Θα πάρει καιρό να καταλάβεις ότι γράφουμε κάτι, εγώ ο Άλκης, ο Χρήστος, ο Τρίκερος,  η Αντωνία… επειδή μας αρέσει κι όχι επειδή περιμένει από πίσω κάποιο αφεντικό να του προμοτάρουμε το όποιο μαγαζί. Θα πάρει καιρό για να καταλάβεις ότι δεν γράφουμε άσχημα πράγματα για κάτι ή για κάποιον επειδή έχουμε προσωπικά μαζί του και ψάχνουμε ευκαιρία να του τα «χώσουμε». Δεν είναι τέτοιο νησί τα eyelands. Αλλά έχει τόσους και τόσους που κάνουν αυτή τη δουλειά που μέχρι να βρεις άκρη, μέχρι να μας εμπιστευτείς θα περάσει καιρός. Το καταλαβαίνουμε και έχουμε υπομονή, έχουμε πείσμα και όπως βλέπετε δεν σταματάμε να γράφουμε, να ψάχνουμε, να ανεβάζουμε, γιατί αγαπάμε αυτό που κάνουμε.

Τώρα, έχουμε διάφορα σχέδια για το άμεσο και το πιο μακρινό μέλλον. Ένα από αυτά ξεκινάει τώρα αμέσως, τον Φεβρουάριο. Ένας διαγωνισμός κειμένου. Έχουμε διάθεση να φτιάξουμε κι άλλους διαγωνισμούς (όχι για να τονώσουμε τους ανταγωνισμούς ούτε έχουμε καμιά πρεμούρα με τα βραβεία, είναι ένας τρόπος για να «γνωριστούμε» και να φέρουμε στο φως καινούργιες πένες), να οργανώσουμε πράγματα, να κεντράρουμε ακόμη περισσότερο στο τι θέλουμε εμείς και τι μπορεί να σας αρέσει εσάς. Πρώτα όμως, και συγνώμη κιόλας, πρέπει να αρέσει σε εμάς κάτι.

Δεν ξέρω αν το έχετε καταλάβει αλλά από τα eyelands λείπουν η τηλεόραση, το ποδόσφαιρο, η πολιτική (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έχουμε άποψη, άλλωστε βγαίνει μέσα από τα κείμενά μας), το trash, τα κίτρινα, τα ροζ  και όλο γενικά το lifestyle. Μπορεί να ρωτήσει κάποιος περαστικός: καλά, ρε παιδιά και τι μένει δηλαδή αν τα βγάλεις αυτά; Θα του απαντήσω περίπου ως κινέζος ζεν βουδιστής καλόγερος (καμία σχέση δυστυχώς) : η ζωή, παιδί μου, η ζωή.
Το eyelands είναι αυτό που βλέπετε. Η απάντηση στην ερώτηση τι είναι, είναι… αυτό που βλέπετε. Είναι σαν όλα-αυτά-που-μας-αρέσουν-αλλά-δεν-ψάχνουμε-ποτέ-το-γιατί.
Όσο για τα άσχημα νέα: δεν υπάρχουν. Όταν κάνεις αυτό που αγαπάς κινδυνεύεις μόνο από τον εαυτό σου… Για την ώρα μπροστά μας βλέπουμε μόνο ανοιχτό ουρανό και μια θάλασσα από σχέδια, όνειρα, συναντήσεις, ταξίδια και μικρές, πραγματοποιήσιμες ουτοπίες.
Γρηγόρης Παπαδογιάννης

 *
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΣΤΟ EYELANDS: ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2011

Την Τελευταία Πέμπτη

E-mail Εκτύπωση PDF
  ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ    από την Δέσποινα Μουζουράκη
altΜια Τρίτη που πήγα στο νοσοκομείο, το μενού είχε κοτόπουλο με κριθαράκι και δεν μου άρεσε, αντίθετα την Πέμπτη έχει ψάρι στο φούρνο με βραστά λαχανικά κι αυτό μ’ αρέσει. Έτσι αποφάσισα να πηγαίνω μόνο Πέμπτες στο νοσοκομείο.
Έπειτα αγαπώ ξεχωριστά την ημέρα Πέμπτη από παιδί. Εκείνη την ημέρα η μάνα μου μαγείρευε κρέας, η τηλεόραση έπαιζε ένα αγαπημένο σήριαλ και δεν είχα φροντιστήριο Αγγλικών ( δεν πολυσυμπαθούσα τ’ αγγλικά γι αυτό και παρέμεινα στο: ο κήπος είναι ανθηρός).  

Την τελευταία Πέμπτη ο μήνας είχε 13 και η φίλη μου συνέστησε ν’ αποφύγω τη γρουσούζικη ημερομηνία, αλλά εγώ, χρόνια τώρα, έχω πετάξει από πάνω μου όλες αυτές τις προλήψεις και δεν το συζήτησα.
Ο κόσμος, στο νοσοκομείο, ήτανε πολύς, όπως τις περισσότερες φορές, τα κρεβάτια σχεδόν γεμάτα και γι αυτό προτίμησα να παραμείνω στο αμαξίδιο παρά να ξαπλώσω.
Έξω ο καιρός ήταν επιτέλους υπέροχα χειμωνιάτικος, όσο χρειαζότανε για να σε παρασύρει από το διάβασμα της εφημερίδας, τα νέα ασφαλιστικά μέτρα, τις περικοπές των δαπανών, την ανησυχία των ασθενών για την χορήγηση φαρμάκων, την αύξηση του λογαριασμού της ΔΕΗ, τις ασφάλειες αυτοκινήτων, τα τέλη κυκλοφορίας και άλλα που δεν φαντάζεστε ότι συζητιούνται σ’ ένα νοσοκομειακό θάλαμο.
Μόνη διακοπή σε όλα τα παραπάνω, ήταν η είσοδος του γιατρού ή της νοσοκόμας για να μας υπενθυμίσουν το λόγο που βρισκόμασταν εκεί και για να δούνε την κυρία στο 3ο κρεβάτι η οποία μπαινόβγαινε και μονίμως απουσίαζε.
Κοντά στο μεσημέρι η κυρία επιτέλους επέστρεψε στο κρεβάτι της, οι γιατροί σταματήσανε να μπαινοβγαίνουν, η νοσοκόμα έφερε τον ορό μου κι η τραπεζοκόμος το φαγητό, όπως κάθε Πέμπτη, ψάρι με λαχανικά. Το τραπεζάκι του κομοδίνου συμισιακό με την κυρία, πιάσαμε την κουβέντα.
Καίτη μου συστήθηκε, Κατερίνα τη φωνάζανε,  είπε, στα νιάτα της, αλλά όταν μεγάλωσε το γύρισε σε Καίτη.
Είπα κι εγώ για τον υπέροχο καιρό, σαν λεζάντα σε εφημερίδα έμοιαζε «Επιτέλους χειμώνας και στα Χανιά»
Έχεις δίκιο παιδί μου, δίψασε η γης, θα διψάσουνε κι οι άνθρωποι αν δεν κάνει και φέτος χειμώνα, σχολίασε η κυρία Καίτη.alt
Ύστερα της μίλησα για το χωριό μου σαν ήμουνα παιδί, για το ρυάκι με τα βατραχάκια, τα κυκλάμινα το φθινόπωρο, την ομπρέλα μόνιμα στη σχολική μου τσάντα, τα βρεγμένα παπούτσια και την ξυλόσομπα.
Και τότε άκουσα κάτι που δεν είχα φανταστεί. Η κυρία Καίτη είπε πως ήτανε γόνος μιας πλούσιας αστικής οικογένειας, μεγάλωσε σ’ ένα σπίτι στο κέντρο της πόλης κι όταν παντρεύτηκε αγόρασε διαμέρισμα στην Αθήνα όπου κι έζησε τα περισσότερα χρόνια της ζωής της. Ταξίδεψε και γνώρισε αρκετές πόλεις της Ευρώπης και της Αμερικής, μιλούσε Αγγλικά και Γαλλικά, είχε επισκεφτεί γνωστά μουσεία και χώρους μουσικής αλλά ποτέ δεν άκουσε κάτι που για πολλούς από μας, τους μεγαλωμένους στην ύπαιθρο, είναι αυτονόητο.
Δεν άκουσε κοκόρια να κράζουνε και να διαλαλούνε το ξημέρωμα.
Έχω πλησιάσει το θάνατο, έχω ζήσει τρεις ζωές θαρρώ, έχω απολαύσει πράματα, όνειρα αγίνωτα γι’ άλλους και δεν έζησα το πιο απλό, ούτε θα γνώριζα πως έλειψε από τη γεμάτη μου ζωή αν δεν είχα μπει σε τούτο το νοσοκομείο, το απόμερο απ’ την πόλη, σχολίασε.
Τα μάτια της και τα λόγια της έκρυβαν ενθουσιασμό για την καινούργια εμπειρία κι ας έλεγε πως ένιωθε ντροπή.
Απέναντι σε ποιον; ήθελα να ρωτήσω αλλά με πρόλαβε ο ήχος του τηλεφώνου της.
Γεια σου Νίκη, ναι ναι καλά είμαι, δεν ξέρουν ούτε οι γιατροί πότε θα βγω, μου έκαναν αξονική, μαγνητική, μου βάλανε καλώδια στο κεφάλι, δεν βρίσκουνε τίποτα. Ας μ’ αφήσουνε λέω εγώ να πάω σπίτι μου, να επιστρέψω στις ασχολίες μου, και ν’ αφήκουνε και το Θεό να κάμει τη δουλειά του.
Ο ορός μου στο μεταξύ τελείωσε και φεύγοντας δεν ήθελα να της ευχηθώ περαστικά, ως είθισται, αλλά μόνο καλή ζωή, νομίζω πως της ήταν αρκετό.   
Δέσποινα Μουζουράκη 
**

Βιογραφικό
Με λένε Δέσποινα κι αυτό σκέτο όπως τον καφέ μου. Γεννήθηκα από τον ατμό του ταψιού που έψηνε μπριάμ και σίγουρα μύριζε κρασί και κανέλα. Τα τεφτέρια γράφουνε καλοκαιράκι του 1966 στα Χανιά, ταιριάζει το φαγητό στην εποχή και σε μένα, ανακατεμένος ο ερχόμενος δηλαδή.
Μεγάλωνα στη γωνιά ενός μοδιστράδικου κι έμαθα να ακούω ιστορίες και να τρυπώνω στη ψυχή των ανθρώπων, είχε μουσικές, χρώματα κι αρώματα που κάμανε σαματά στο μυαλό μου.
Για να τα εξηγήσω όλα αυτά πήγα στο Μεγάλο Σχολείο του Ρεθύμνου και τελείωσα το τμήμα Φιλοσοφικών και Κοινωνικών Σπουδών της Φιλοσοφικής.
Άρχισα  ύστερα να γράφω δικές μου ιστορίες που μύριζαν κρασί και κανέλα.

 *
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΣΤΟ EYELANDS: ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2011

Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2013

Ένα βότσαλο στην πόλη (Νοέμβριος 2010)

E-mail Εκτύπωση PDF
altΕίμαστε μια ομάδα ανθρώπων που θέλουμε να μιλήσουμε για την τέχνη της ζωής. Ο κοινός μας χώρος, το κοινό μας τοπίο είναι η αγάπη μας για την τέχνη, η αγάπη μας (και η ανάγκη μας) για την ελευθερία της έκφρασης, για την ελευθερία -τελεία. 
Είμαστε ελεύθεροι από κάθε είδους περιορισμούς, από εμπορικές προδιαγραφές, έρευνες αγοράς και αγορές γενικότερα, αγορά σημαίνει για μας μόνο τόπος συζήτησης, είμαστε απαλλαγμένοι από κανόνες «επαγγελματικού» γραψίματος (και όλοι έχετε μάθει πια τι σημαίνει επαγγελματικό γράψιμο εδώ γύρω) και δεν έχουμε καμιά σχέση με καθωσπρεπισμούς και συμβατικούς τρόπους γραφής.-
Δεν έχουμε καμιά μεγαλεπήβολη απάντηση στο γιατί γράφουμε. Ξέρουμε όμως ότι όποιος έχει την απάντηση στο γιατί γράφει ή γιατί κάνει τέχνη είναι πολύ κοντά στην απάντηση στο γιατί ζει. Αυτή την απάντηση σμιλεύουμε μέρα με τη μέρα. Ξέρουμε ότι η ζωή εδώ γύρω είναι άσχημη, είναι άθλια πολλές φορές στο φως του ήλιου, είναι πολλά βράδια αφόρητη. Αλλά δεν μένουμε θεατές, ακόμη κι αν ξέρουμε ότι είναι ουτοπία να ζητάμε ν’ αλλάξουν τα πράγματα με ένα «βότσαλο στην πόλη», με ένα νησάκι επικοινωνίας. Κάτι θα αλλάξει όμως.
-
Εδώ δεν μας ενδιαφέρει η «ενημέρωση», η απλή πληροφορία, η κατευθυνόμενη παρουσίαση και κυρίως δεν μας ενδιαφέρει καθόλου να γίνουμε καλοί ή αρεστοί σε οποιονδήποτε. Για την τέχνη της κατανάλωσης (και την κατανάλωση της τέχνης) υπάρχουν άλλοι αρμόδιοι.
Εμείς πάμε λίγο πιο πέρα, σταματάμε λίγο το βλέμμα μας σε κάθε καινούργιο νησί -και η ζωή μας είναι γεμάτη από φανερά και αόρατα μικρά παραδεισένια νησιά όπως και τέρατα που θέλουμε να καταστρέψουμε. Σταματάμε σε αυτά που αξίζει να δούμε βαθύτερα και αναρωτιόμαστε γιατί μας αρέσει κάτι, γιατί μας φοβίζει κάτι, γιατί μας αγριεύει, γιατί μας κάνει να νιώθουμε πράγματα. Πράγματα που θέλουμε να μοιραστούμε μαζί σου. Εμείς γράφουμε μόνο γιαυτό που νιώθουμε ότι έχει σημασία να γράψουμε, αυτός είναι ο μοναδικός μας κανόνας. Κι εσύ εκεί έξω αν δεν θες να μένεις μόνο αναγνώστης μπορείς πολύ απλά να περάσεις τον εικονικό τοίχο και να έρθεις μαζί μας. Υπάρχει μια ενότητα για σένα και αυτά που θες να πεις (u-land) υπάρχει χώρος για σένα στα κείμενά μας, υπάρχουν ένα σωρό σχέδια για ομαδικές προσπάθειες στο μέλλον. Θα τα πούμε με τον καιρό. Για την ώρα πετάμε ένα βότσαλο στην πόλη. Το λιγότερο, θα φτιάξει μερικούς όμορφους ομόκεντρους κύκλους…
Γρηγόρης Παπαδογιάννης

νοέμβριος 2010